- φραδα
- φραδάφρᾰδάἥ Pind. = φραδή См. φραδη
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
φράδα — φράδᾱ , φραδάω pres imperat act 2nd sg φράδᾱ , φραδάω imperf ind act 3rd sg (homeric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
φραδά — ἡ, Α (δωρ. τ.) βλ. φραδή … Dictionary of Greek
φραδάτην — φραδά̱την , φραδάω imperf ind act 3rd dual (homeric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
φραδή — και δωρ. τ. φραδά, ἡ, Α 1. γνώση 2. προειδοποίηση 3. βουλή, απόφαση 4. φρόνηση, σύνεση. [ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. ανάγεται στο θ. φραδ τού φράζω* (Ι)] … Dictionary of Greek